Αποτελεσματικότητα και Ασφάλεια των Προϊόντων Κάνναβης ως Θεραπευτική Επιλογή για τη Διαχείριση του Πόνου: Συστηματική Ανασκόπηση

Είναι αλήθεια ότι οι ιατρικές εφαρμογές της κάνναβης ανήκουν στην ομάδα των θεμάτων που έχουν προκαλέσει μεγάλη αντιπαράθεση ανάμεσα στους ειδικούς. Βασικό σημείο των διαφωνιών αποτελεί η αξιολόγηση του προσδοκώμενου θεραπευτικού οφέλους σε σχέση με τις ανεπιθύμητες ενέργειες που εμφανίζονται από τη χρήση της. Σκοπός: Η διερεύνηση σχετικά με το κατά πόσο η χρήση της κάνναβης είναι αποτελεσματική και ασφαλής θεραπευτική επιλογή στη διαχείριση του πόνου. Υλικό και Μέθοδος: Πρόκειται για μια συστηματική βιβλιογραφική ανασκόπηση τυχαιοποιημένων κλινικών δοκιμών που αφορούσαν στο πιο πάνω θέμα. Η αναζήτηση άρθρων πραγματοποιήθηκε στις ηλεκτρονικές βάσεις δεδομένων Medline, Embase, Oxford Pain Database και Cochrane Library. Κριτήριο ένταξης των μελετών ήταν να αφορούν σε πειραματική παρέμβαση χορήγησης κάνναβης (από οποιαδήποτε οδό χορήγησης), συγκριτικά με οποιοδήποτε άλλο αναλγητικό ή εικονικό φάρμακο (placebo) (παρέμβαση ελέγχου), σε ασθενείς με οξεία, χρόνια μη κακοήθη νόσο ή καρκινικό πόνο. Τα αποτελέσματα εξετάστηκαν με βάση τις βαθμολογίες έντασης του πόνου που αναφέρονταν στις μελέτες. Εντοπίστηκαν 20 τυχαιοποιημένες ελεγχόμενες μελέτες, 11 από τις οποίες αποκλείστηκαν από την ανασκόπηση βάσει κριτηρίων. Από τις 9 μελέτες που περιελήφθησαν (αφορούσαν σε 222 ασθενείς), οι 5 δοκιμές σχετίζονταν με καρκινικό πόνο, 2 με μη κακοήθη χρόνιο πόνο και 2 με μετεγχειρητικό πόνο. Όλες οι δραστικές ουσίες που δοκιμάστηκαν ήταν κανναβινοειδή. Αποτελέσματα: Η δέλτα-9-τετραϋδροκανναβινόλη (THC) σε δόση των 520 mg, 1 mg του συνθετικού αναλόγου της THC (NIB) και 1,53 mg levonantradol, χορηγούμενης ενδομυϊκά ήταν περίπου τόσο αποτελεσματικά όσο και η χορήγηση 50-120 mg κωδεΐνης. Η από του στόματος χορήγηση 24 mg βενζοπυραν-πυριδίνης ήταν λιγότερο αποτελεσματική από 60-120 mg κωδεΐνης και δε φάνηκε να είναι καλύτερη από το εικονικό φάρμακο. Συμπεράσματα: Τα κανναβινοειδή δε φαίνεται να είναι πιο αποτελεσματικά από την κωδεΐνη, στον έλεγχο του πόνου, ενώ παράλληλα έχουν κατασταλτική δράση επί του κεντρικού νευρικού συστήματος (ΚΝΣ), που περιορίζει τη χρήση τους. Επομένως, η ευρεία εισαγωγή τους στην κλινική πρακτική για τη διαχείριση του πόνου (χρόνιου μη κακοήθους, καρκινικού και μετεγχειρητικού), δεν μπορεί να υποστηριχθεί επαρκώς.

Κατηγορία: Τόμος 54, Τεύχος 2
Hits: 416 Hits
Ημ/νία Δημιουργίας: 15-06-2015
Συγγραφείς: Άνδρια Σύκα