Παράγοντες Σχετιζόμενοι με την Ευπάθεια Ηλικιωμένων Ατόμων που Διαβιούν στην Κοινότητα
Περίληψη
Εισαγωγή: Η γήρανση αποτελεί προοδευτική διαδικασία της ανθρώπινης φύσης, επέρχεται φυσιολογικά και επηρεάζει βιολογικά, ψυχολογικά και κοι- νωνικά τα άτομα. Πρόσφατα βιβλιογραφικά δεδομένα δείχνουν ότι ένα συχνό φαινόμενο που παρατηρείται στους ηλικιωμένους και ιδίως σε όσους πάσχουν από χρόνια νοσήματα είναι το σύνδρομο της ευπάθειας, με επιπτώσεις στη σωματική και ψυχική τους υγεία, αλλά και την κοινωνική τους ζωή.
Σκοπός: Η παρούσα μελέτη στοχεύειστη διερεύνηση της ευπάθειας σε ηλικιωμένους που διαμένουν στην κοινότητα, καθώς και των δημογραφικών, κοινωνικών και οικονομικών παραγόντων που σχετίζονται με την εμφάνιση του συγκε- κριμένου συνδρόμου.
Υλικό και Μέθοδος: Πραγματοποιήθηκε περιγραφική μελέτη συγχρονικού τύπου σε 257 άτομα που διαμένουν στην κοινότητα. Τα άτομα έπρεπε να πληρούν συγκεκριμένα κριτήρια για να συμπεριληφθούν στην έρευνα. Διενεργήθηκε δειγματοληψία ευκολίας. Για τη συλλογή των δε- δομένων χρησιμοποιήθηκε ανώνυμο ερωτηματολόγιο, αποτελούμενο από α. ερωτήσεις δημογραφικών και κοινωνικών χαρακτηριστικών, β. την Κλίμακα Διερεύνησης της Ευπάθειας -Tilburg Frailty Indicator (TFI), η οποία αξιολογεί τη σωματική, ψυχική και κοινωνική ευπάθεια. Η επεξεργασία των δεδομένων έγινε με μεθόδους περιγραφικής και επαγωγικής στατιστικής ανάλυσης. Το επίπεδο στατιστικής σημαντικότητας ορίσθηκε σε p<0,05.
Αποτελέσματα: Στην έρευνα συμμετείχαν άνδρες (44,4%) και γυναίκες (55,6%) με μέση τιμή ηλικίας τα 75,12 έτη. Η πλειοψηφία των συμμετεχόντων ήταν έγγαμοι (65,4%), με ένα έως δύο παιδιά (60,7%), απόφοιτοι δημοτικού σχολείου (68,5%), διέ- μεναν σε μη αστική περιοχή (54,9%), διαβιούσαν με μέλη της οικογένειας ή άλλους (75,9%), ενώ το 61,9% χαρακτήριζε ως υγιεινό τον τρόπο ζωής του. Επίσης, η συντριπτική πλειονότητα των ηλικιωμένων (93,0%) ανέφερε ότι ήταν ικανοποιημένη με το οικογενειακό περιβάλλον. Η βαθμολογία για τη συνολική Ευπάθεια κυμαινόταν από 0 έως 13, με μέση τιμή 5,44 και διάμεσο τιμή 5,00, που είναι μικρότερες του 7,5 που αποτελεί το μεσαίο σημείο του θεωρητικού εύρους των απαντήσεων. Τα αποτελέσματα αυτά δείχνουν ότι η πλειονότητα των ηλικιωμένων ατόμων εμφάνιζε σχετικά χαμηλές τιμές συνολικής Ευπάθειας. Για τις επιμέρους διαστάσεις της Κλίμακας TFI, η μέση τιμή της Σωματικής Ευπάθειας ήταν 2,70 (τυπική απόκλιση=2,16), της Ψυχικής Ευπάθειας 1,43 (τυπική απόκλιση=1,21) και της Κοινωνικής Ευπάθειας 1,32 (τυπική απόκλιση=0,64). Το επίπεδο εκπαίδευσης, η οικογενειακή κατάσταση και η συμβίωση επηρεάζουν τόσο τις επιμέρους διαστάσεις της Κλίμακας TFI όσο και τη συνολική Ευπάθεια (p<0,005). Το φύλο, η ηλικία, και το ατομικό μηνιαίο εισόδημα επιδρούν στη Σωματική, Ψυχική και Συνολική Ευπάθεια (p<0,005). Ο αριθμός των παιδιών επηρεάζει τη Σωματική και την Ψυχική Ευπάθεια. Η ικανοποίηση από το οικογενειακό περιβάλλον επιδρά στην Ψυ- χική, την Κοινωνική και τη Συνολική Ευπάθεια (p<0,005). Επιπλέον, στην Ψυ- χική Ευπάθεια συντελεί ο τρόπος ζωής, ο οποίος δεν επηρεάζει καμία άλλη έκφανση Ευπάθειας ούτε και τη Συνολική.
Συμπεράσματα: Στην παρούσα μελέτη εξετάστηκαν οι δημογραφικοί παράγοντες και τα ατομικά και κοινω- νικά χαρακτηριστικά που σχετίζονται με την εμφάνιση ή μη του συνδρόμου ευπάθειας. Σύμφωνα με τα εξαγόμενα αποτελέσματα προκύπτειότι οι κύριοι προσδιοριστές της ευπάθειας σε ηλικιωμένους που διαμένουν στην κοινότη- τα είναι το φύλο, η μεγάλη ηλικία, το χαμηλό μορφωτικό επίπεδο, η έλλειψη συντρόφου και η οικονομική δυσχέρεια με συνέπεια τα ηλικιωμένα άτομα με αυτά τα χαρακτηριστικά να είναι περισσότερο επιρρεπή στην εμφάνισή της. Το συμπέρασμα αυτό αφορά σε όλες τις διαστάσεις της ευπάθειας (σωματι- κής, ψυχικής και κοινωνικής). Επιπρόσθετα, τα αποτελέσματα της παρούσας μελέτης έδειξαν ότι η σωματική ευπάθεια είναι αυξημένη σε σύγκριση με την ψυχική και κοινωνική ευπάθεια. Τα ευρήματα της έρευνας, που εστίασε σε ένα μικρό πληθυσμιακό δείγμα, συμφωνούν με εκείνα άλλων δημοσιευμέ- νων μελετών. Η ύπαρξη νέων, πρόσφατων, επικαιροποιημένων δεδομένων κρίνεται επιτακτική για τους επαγγελματίες υγείας ώστε να ενημερωθούν ταχύτερα, να ευαισθητοποιηθούν και να εκπαιδευτούν επαρκέστερα σε ό,τι αφορά στους γηριατρικούς ασθενείς, συμβάλλοντας στη βελτιστοποίηση της παρεχόμενης φροντίδας υγείας.